Σάββατο 16 Απριλίου 2022

Η βύθιση του ρωσικού πλοίου Moskva



Από τις 14 Απριλίου είναι επιβεβαιώμένο και από ρωσικές πηγές ότι η ναυαρχίδα (flagship) του ρωσικού Στόλου της Μαύρης Θάλασσας Cruiser Moskva (121) βυθίστηκε. 

Το αίτιο που προκάλεσε τη βύθιση του πλοίου δεν έχει ακόμα πλήρως επιβεβαιωθεί. Οι ουκρανικές πηγές ισχυρίζονται ότι προκλήθηκε αφότου εβλήθη από παράκτια συστοιχία με δύο Κατευθυνόμενα Βλήματα Επιφανείας - Επιφανείας NEPTUNE. Στην ίδια διαπίστωση συγκλίνουν και αμερικανικές πηγές σύμφωνα με τις οποίες θεωρείται ως high probable να έχει χτυπηθεί το πλοίο από ουκρανικά βλήματα. Αντίθετα, οι ρωσικές πηγές αναφέρουν ως αίτιο, την πυρκαγιά που προκλήθηκε εσωτερικά του πλοίου από αδιευκρίνιστα αίτια εξαιτίας της οποίας εξεράγησαν πυρομαχικά του πλοίου με συνέπεια τη μετέπειτα βύθιση του κατά την προσπάθεια ρυμούλκησής του.

Είναι επόμενο ότι τα πραγματικά αίτια αλλά και οι συνθήκες υπό τις οποίες το πλοίο βυθίστηκε να αργήσουν να έρθουν στην επιφάνεια και ίσως να μην τα μάθουμε και ποτέ. Ωστόσο, στο παρόν κείμενο, μελετάμε τα δεδομένα προκειμένου να είμαστε σε θέση να προβούμε σε αναλύσεις και να αποκλείσουμε εξηγήσεις που έχουν ήδη δει το φως της δημοσιότητας. 

Θα πρέπει εδώ να σημειωθεί, ότι οι πληροφορίες που έχουμε για το επίπεδο εκπαίδευσης του πληρώματος καθώς και το επίπεδο επιχειρησιακής ετοιμότητας των συστημάτων μάχης του, είναι πραγματικά ελάχιστες και αποσπασματικές, τουλάχιστον σε επίπεδο ανοικτών πηγών. Από όσα όμως είναι διαθέσιμα μαθαίνουμε ότι τόσο το επίπεδο συντήρησης και όσο και της μαχητικής ικανότητας  ήταν ιδιαίτερα χαμηλό. To 2016 έγινε μια προσπάθεια εκσυγχρονισμού και αναβάθμισης του η οποία λόγω περιορισμένων πιστώσεων μάλλον δεν προχώρησε.



 Ποια ήταν η αποστολή του πλοίου;

Το πλοίο συμμετείχε στις επιχείρησεις εφαρμογής ναυτικού αποκλεισμού της Ουκρανίας από το ρωσικό Στόλο της Μαύρης Θάλασσας. Στο πλαίσιο λογικά θα υποστήριζε τα υπόλοιπα πλοία παρέχοντας λειτουργίες Command and Control και αεράμυνα περιοχής, εξασφαλίζοντας θαλάσσιο έλεγχο στην υπόψη περιοχή.

Η αδυναμία του υποτυπώδους ουκρανικού ναυτικού και αεροπορίας να αμφισβητήσουν την κυριαρχία των ρώσων στην περιοχή επιχειρήσεων, φαίνεται ότι έδωσε στους δεύτερους, από τις πρώτες μέρες του πολέμου, την αίσθηση της αδιαμφισβήτητης υπεροχής και μηδενικού ρίσκου στο θαλάσσιο πεδίο. Και εν πολλοίς αυτό συνέβαινε έως τις 13 Απριλίου.

Ποιες ήταν οι δυνατότητες του πλοίου;

Από ανοιχτές πηγές μπορεί κανείς να βρει όλα τα γενικά και επιχειρησιακά του χαρακτηριστικά. Θα εστιάσουμε σε αυτά που θεωρούνται κρίσιμα για την ανάλυση του συγκεκριμένου περιστατικού.

Το πλοίο διέθετε:

δύο τρισδιάσταστα ραντάρ ένα Long Range Voskhod MR-800 και ένα Fregat MR-710 για με μικρότερη εμβέλεια από το πρώτο. Επίσης ραντάρ διεύθυνσης πυρός SA-N-4, SA-N-6.

Για την άμυνά του από αέρος στόχους διέθετε 64 Κατευθυνόμενα Βλήματα S-300 και 40 OSA, ενώ επίσης η αυτοάμυνα του πλοίου στηριζόταν σε 6 συστήματα Close- In Weapon System Ακ-630 (6 κάννες- 30mm), το οποίο είναι σχεδιασμένο να λειτουργεί αυτόματα με δικό του ραντάρ για την αναχαίτιση σε μικρές αποστάσεις επερχόμενων προς το πλοίο κατυεθυνομένων βλημάτων. 


Με τα παραπάνω ονομαστικά χαρακτηριστικά το πλοίο ορθώς εθεωρείτο ως ένα φρούριο αεράμυνας, με δυνατότητα να επιτηρήσει μια μεγάλη περιοχή, να παρέξει προστασία σε φίλιες δυνάμεις αλλά και να αντιμετωπίσει τις εις βάρος του απειλές. Ένα από τα τρωτά του σημεία ενδεχομένως να αποτελεί η αδυναμία ταυτόχρονης εμπλοκής με πολλαπλούς στόχους αέρος, την οποία εν μέρει ισοστάθμιζε η μεγάλη εμβέλεια των S-300 αλλά και η ύπαρξη πλήθους αντιβληματικών συστημάτων AK-630.

Ποιο είναι το Κατευθυνόμενο Βλήμα NEPTUNE;

Πρόκειται για βλήμα Επιφανείας-Επιφανείας κατά πλοίων, ουκρανικής κατασκευής, και φαίνεται ότι βασίστηκε στα σχέδια του σοβιετικού Kh-35U. Το βλήμα εντάχθηκε σε υπηρεσία μόλις το 2021. Φέρει κεφαλή μάχης 150Kg και έχει εμβάλεια της τάξης των 150 ναυτικών μιλίων (~280χλμ), ενώ για την κατεύθυνση του στόχο χρησιμοποιεί internal navigation system, γεγονός που καθιστά το βλήμα fire and forget, δηλαδή δεν απαιτείται περαιτέρω εμπλοκή του φορέα του μετά την εκτόξευση. Το βλήμα επείσης κατά την ενδιάμεση φάση της πορείας του ίπταται σε ύψος 10-15μ (33-50ft), ενώ κατά την τελική φάση σε ύψος 3-10μ (10-33ft) παρέχοντας δυνατότητα sea skim επίθεσης (επίθεσης από χαμηλό ύψος), η οποία ωστόσο υπολείπεται από αυτή αντίστοιχων όπλων του δυτικού οπλοστασίου (EXOCET-HARPOON). Τέλος, το βλήμα ίπταται με υποηχητική ταχύτητα της τάξης των 560mph.

To βλήμα αποτελεί μέρος του συστήματος εκτόξευσης TETRA T-815-7 series τσέχικης κατασκευής. Το σύστημα χρησιμοποιεί (πιθανώς) το ραντάρ Mineral-U για τον εντοπισμό στόχων το οποίο έχει εμβέλεια 500-600χλμ. Μια τυπική παράκτια συστοιχία αποτελείται από 6 εκτοξευτές με συνολικό αριθμό 24 βλημάτων.  Η συτοιχία απαιτεί μόλις 15 λεπτά για την ενεργοποίησή της, ενώ μπορεί να βάλει ευρισκόμενη έως και 25 μίλια από την ακτή.

Από τα γενικά του χαρακτηριστικά πρόκειται για ένα βλήμα ικανό να επιφέρει σοβαρά πλήγματα σε στόχους μεγέθους 4-5000 τόνων, ενώ τα χαρακτηριστικά του όπως ύψος πτήσης και ταχύτητα το καθιστούν μάλλον εύκολα "αναχαιτίσιμο" από σύγχρονα συστήματα αντιβληματικής προστασίας.



Ποιες ήταν οι καιρικές συνθήκες στην περιοχή;

Από τους σταθμούς της περιοχής φαίνεται ότι την ώρα του (πιθανού) πλήγματος ο άνεμος έπνεε με ταχύτητα της τάξης 8-9 mph (3 μποφώρ) το οποίο συνεπάγεται κατάσταση θαλάσσης ελαφρώς ταραγμένη με υψος κύματος 0.5μ, επίσης στην περιοχή υπήρχε ελαφρά βροχόπτωση. 

Από τα συγκεκριμένα μετεωρολογικά δεδομένα δεν συνάγεται ούτε απομείωση της λειτουργίας των ραντάρ ούτε αντίστοιχη απόμειωση της αποτελεσματικότητας του κατευθυνόμενου βλήματος NEPTUNE (σσ. ολα τα κατευθυνόμενα βλήματα που ιπτανται σε χαμηλό ύψος από τη θάλασσα επηρεάζονται από τις καιρικές συνθήκες και η αποτελεσματικότητα τους ενδεχομένως να επηρεάζεται περισσότερο από αυτή των ραντάρ).

Πόσο μπορούσε να επηρεάσει η  (ενδεχόμενη) χρήση UAV;

Έχει αναφερθεί ότι το πλοίο εκείνη την ώρα "τυφλώθηκε'' από UAV που ίπταντο πλησίον του ως εκ τούτω δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τα επερχόμενα βλήματα. 

Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ακριβώς το αντίθετο. 

Ασφαλώς τα UAV (εφόσον ισχύει ότι βρίσκονταν εκεί) αποτέλεσαν ένα καθοριστικό παράγοντα στοχοποίησης του πλοίου και αυτό φανερώνει και τη χρησιμότητά τους στο σύγχρονο θέατρο επιχειρήσεων. 

Όμως εφόσον το πλοίο είχε εντοπίσει τα εχθρικά UAV τότε:

1. Γεννάται το ερώτημα γιατί δεν τα κατέρριψε άμεσα (μην ξεχνάμε βρισκόμαστε σε καιρό πολέμου)

2. Η ύπαρξη εχθρικού/ων UAV θα είχε αποτελέσει αφορμή συνέγερσης, και μετάπτωσης  σε υψηλό βαθμό ετοιμότητας και συναφώς ενεργοποίησης όλων των αντιαεροπορικών συστημάτων.

Συνεπώς, ισχυριζόμαστε εδώ ότι το επίχειρημα ύπαρξης UAV τα οποία απασχόλησαν το πλοίο, θα λειτουργούσε υπέρ του πλοίου καθώς θα είχε προκαλέσει τη συνέγερσή του και συνεπώς θα αύξανε κατακόρυφα τις πιθανότητες αντιμετώπισης.


Επίσης, η ύπαρξη ενός ή περισσότερων UAV που ίπταντο πέριξ του πλοίου ουδόλως θα επηρέαζε τον εντοπισμό και αντιμετώπιση του NEPTUNE πολύ δε περισσότερο την αποτελεσματικότητα των 6 CIWS, τα οποία "απασχολούνται μόνο με επερχόμενους κατά του πλοίου στόχους''.  

Θα μπορούσε το MOSKVA να επλήγη ως συνέπεια Ηλεκτρονικών Παρεμβολών;

Η εκτίμησή μας είναι πως όχι. Αφενός δεν υπάρχει καμία αναφορά για χρήση εναέριων νατοϊκών συστημάτων στην περιοχή επιχειρήσεων. Τα νατοϊκά ιπτάμενα ραντάρ ίπτανται αρκετές δεκάδες μίλια νοτιότερα γεγονός που καθιστά ανέφικτη την εκτέλεση παρεμβολών. Ακόμη όμως και να δεχτούμε ότι συνέβη κάτι τέτοιο, τότε οι φορείς παρεμβολών θα έπρεπε να πλησιάσουν αρκετά κοντά στη ρωσική ναυτική δύναμη, γεγονός το οποίο είναι μάλλον αν όχι εξαιρετικά απίθανο. 

Ας πάρουμε όμως την ακραία περίπτωση να συνέβη κάτι τέτοιο τότε για ένα πλήθος τεχνικών παρεμβολής οι ιπτάμενοι φορείς θα έπρεπε να βρίσκονται αφενός κοντά στο πλοίο αφετέρου προς την κατεύθυνση από την οποία εκτοξεύθηκε το βλήμα, δηλαδή πάνω από την Ουκρανία. Αυτό και μόνο κάνει το επιχείρημα εντελώς απίθανο. 

Ας το τραβήξουμε όμως από τα μαλλιά. Και να έγιναν παρεμβολές στα ραντάρ αέρος του Moskva θα ήταν αδύνατο να γίνουν στα ραντάρ των συστήμάτων αντιβληματικής προστασίας AK-630. 



Τέλος κάποια άλλα επιχειρήματα ότι το πλοίο έπλεε πλησίον ξηράς και ως εκ τούτω είχε μικρό ραδιορίζοντα, τα θεωρούμε ως εντελώς αστεία. Το πλοίο βρισκόταν περί τα 50νμ από την πλησιέστερη ακτή (και μάλιστα ακτής χωρίς ορεινούς όγκους) γεγονός που αποκλείει οποιαδήποτε παρόμοια επίδραση. 


Τι μπορεί να συνέβη;

Εκτιμούμε ότι και τα δύο σενάρια (εσωτερική πυρκαγιά - προσβολή από NEPTUNE) φανερώνουν αδυναμία του πλοίου να αντιμετώπισει επιτυχώς τέτοια περιστατικά καθώς και αδυναμία υλικοτεχνικής υποδομής όπως μέσων εσωτερικής στεγανότητας, γεγονός που επιτείνεται και από την παλαιότητα αλλά και μη εκσυγχρονισμό του πλοίου και ίσως φυσικά και από ζητήματα εκπαίδευσης του προσωπικού του.

Αν περιοριστούμε στο σενάριο προσβολής του από NEPTUNE τότε θεωρούμε ως πιθανότερη αιτία την έλλειψη ετοιμότητας, την παρατεταμένη περίοδο παραμονής του πλοίου σε συνθήκες πολεμικών επιχειρήσεων και την μη αποτελεσματικότητα λόγω παλαιότητας ή/και συντήρησης των συστημάτων του. Προφανώς σε αυτή την εξήγηση υπεισέρχονται και ζητήματα εκπαίδευσης και επιχειρησιακής ετοιμότητας του προσωπικού.

Μια ακόμη αιτία μπορεί να αποτελεί η "σιγουριά του αδιαφιλονίκητου'', με την οποία ίσως έπλεε το MOSKVA λόγω της έλλειψης αντιπάλου.

Σε κάθε περίπτωση τα ανωτέρω αποτελούν εκτιμήσεις και σε καμία περίπτωση δεν αποτελούν βεβαιότητες.

Το γεγονός όμως ότι την αμέσως επόμενη ημέρα χτυπήθηκε το εργοστάσιο κατασκευής των NEPTUNE δεν μπορεί να είναι τυχαίο.

Που απέτυχε ο ρωσικός σχεδιασμός;

Όλα τα παραπάνω συγκλίνουν στο γεγονός ότι η Ρωσία δεν επέτυχε ούτε την εξασφάλιση θαλασσίου ελέγχου (μετά την ομολογία ότι δεν έχει εξασφαλίσει αεροπορική κυριαρχία). Η αδυναμία συνεχούς επιτήρησης της ακτογραμμής, του εντοπισμού και καταστροφής των παράκτιων συστοιχιών από την πρώτη ημέρα του πολέμου, θα πρέπει να της χρεωθεί ως αποτυχία σχεδιασμού επιχειρήσεων και στοχοποίησης (Targeting), αλλά κυρίως ως αποτυχία του συστήματος Διοίκησης και Ελέγχου (C2) και Επαγρύπνησης Κατάστασης (Situational Awareness).

Η αίσθηση ότι οι ναυτικές επιχειρήσεις εξαντλούνται στο θαλάσσιο χώρο και στην απομείωση των ναυτικών και αεροπορικών δυνατότητων του εχθρού, οδηγεί σε παραμέληση των εκ της ξηράς απειλών ή και των ανορθόδοξων απειλών. 

Ποια είναι η επιδραση για το ρωσικό ναυτικό;

Η κυριότερη επίδραση αφορά είναι η ψυχολογική. Το πλήγμα για το ρωσικό γόητρο είναι ισχυρό.

Το ουκρανικό ναυτικό δεν διαθέτει ναυτικές μονάδες για να αναιρέσει τον ναυτικό αποκλεισμό που έχει επιβάλλει η Ρωσία.  Οι δυνατότητες αεράμυνας που παρείχε το Moskva στο ρωσικό στόλο είναι εφικτό να καλυφθούν τόσο από τις δυνατότητες των υπόλοιπων πλοίων του ρωσικού ναυτικού όσο και από παράκτιες συστοιχίες S-300 στην Κριμαία. Επιπλέον οι ναυτικές επιχειρήσεις δεν διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο για την εξέλιξη της σύγκρουσης. 

Η λογική λέει ότι από εδώ και πέρα ο ρωσικός σχεδιασμός θα στραφεί σε πλήγματα κατά ζωτικών στόχων του εχθρού όπως εργοστάσια παραγωγής πολεμικού υλικού και πλατφόρμες κατευθυνομένων βλημάτων ώστε να εξαλείψει το μελλοντικό ρίσκο για τις αεροναυτικές δυνάμεις αλλά και τις στρατιωτικές επιχειρήσεις εν γένει. 

Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2022

Federalist paper #11 Η ανάγκη δημιουργίας αμερικάνικου Πολεμικού Ναυτικού σύμφωνα με το Hamilton

 100 χρόνια περίπου προτού ο μεγάλος θεωρητικός της Ναυτικής Στρατηγικής A.T. Mahan διατυπώσει τη θεωρία του για τη θαλάσσια ισχύ και το ρόλο της στην ισχύ του κράτους, ο Hamilton μέσω των Federalist papers διατύπωνε την αναγκαιότητα για δημιουργία ισχυρού αμερικάνικου Πολεμικού Ναυτικού.

Τι ήταν τα Federalist Paper;

Τα Federalist Papers είναι μια σειρά 85 άρθρων από τους Alexander Hamilton, John Jay και James Madison τα οποία εκδόθηκαν μεταξύ Οκτωβρίου 1787 και Μαΐου 1788. Τα άρθρα εκδόθηκαν σε δύο εφημερίδες The New York Packet και The Independent Journal. Σκοπός τους ήταν να πείσουν τους πολίτες της Πολιτείας της Νέας Υόρκης να υποστηρίξουν και να επικυρώσουν το αμερικανικό Σύνταγμα.

Σε ένα από αυτά τα άρθρα, το Federalist #11 (το οποίο εκδόθηκε στις 23 Νοεμβρίου 1787), ο Ηamilton επιχειρηματολογεί υπέρ του Συντάγματος τονίζοντας ότι η Ένωση των αμερικανικών πολιτειών, ενέχει οικονομικά οφέλη και θα οδηγήσει νομοτελειακά στην ευημερία και οικονομική ευρωστία του νεοσύστατου έθνους. Σύμφωνα με το Hamilton  βασική πηγή πλούτου, αποτελεί το διεθνές εμπόριο. του.

Προκειμένου να εξασφαλιστεί η διεξαγωγή του διεθνούς εμπορίου απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί η δημιουργία ενός ισχυρού πολεμικού ναυτικού. Μάλιστα ο Hamilton αναγνωρίζει την αμφίδρομη σχέση μεταξύ Ναυτικής Ισχύος και Εμπορίου. Όπως επισημαίνει ο προερχόμενος από το εμπόριο πλούτος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη δημιουργία ναυτικού, το οποίο με τη σειρά του εξασφαλίζει την απρόσκοπτη διεξαγωγή του σε διεθνές επίπεδο με συνέπεια την πρόσκτηση περαιτέρω πλούτου.

Επιπρόσθετα, αναφέρει ότι για τη δημιουργία ναυτικών μονάδων θα χρησιμοποιηθούν πόροι από όλες τις πολιτείες συνεπώς όλοι θα μπορούν να κερδίσουν (δημιουργία θέσεων εργασίας).

Ποιες λειτουργίες όμως θα επιτελέσει το νεοσύστατο ναυτικό; 

Ο Hamilton εκτιμά ότι οι Ευρωπαϊκές Μεγάλες Δυνάμεις θα αντιδράσουν στην άνοδο ισχύος των ΗΠΑ και θα επιχειρήσουν να διακόψουν τη διεξαγωγή εμπορίου με σκοπό να μονοπωλήσουν τα κέρδη από το εμπόριο. Για το σκοπό αυτό θα επιχειρήσουν να ελέγξουν τις γραμμές θαλασσίων επικοινωνιών. Συνεπώς ο πρώτος ρόλος που αποδίδεται στο Πολεμικό Ναυτικό είναι η προστασία των αμερικανικών πλοίων και η εξασφάλιση των θαλασσίων γραμμών επικοινωνιών αρχικά στο Δυτικό Ημισφαίριο.

Δεύτερον, ο Hamilton πιστεύει ότι ένα ισχυρό ναυτικό μπορεί να προβάλλει την ισχύ του σε υπερπόντιες αγορές προκειμένου να εξασφαλίσει εμπορικά δικαιώματα και προνόμια.

Τρίτον, ένα ισχυρό ναυτικό μπορεί να συμβάλλει στην ανάδειξη των ΗΠΑ σε σημαντική παγκόσμια δύναμη η οποία θα διαδραματίζει εξέχοντα ρόλο στη διαμόρφωση της διεθνούς πολιτικής προς οφελος των αμερικανικών συμφερόντων. 

Ποιο είναι όμως το μέγεθος του ναυτικού το οποίο πρέπει να αποκτήσουν οι ΗΠΑ για να επιτύχουν την ενεργή συμμετοχή τους στη διαμόρφωση του Διεθνούς Συστήματος;

Αναγνωρίζοντας την πρωτοκαθεδρία των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων αναφορικά με τη ναυτική ισχύ, ο Hamilton δηλώνει ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να αποκτήσουν ναυτικό τέτοιου μεγέθους που να γίνεται σεβαστό από τις Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής. Αυτό θα συμβεί μόνο όταν το ναυτικό διαθέτει τέτοια ισχύ, ώστε όταν συνταχθεί με μια εκ των δύο αντιμαχόμενων Μεγάλων Δυνάμεων να μπορεί να κρίνει την έκβαση της αναμέτρησης. Με αυτόν τον τρόπο η αναγωγή των ΗΠΑ σε κρίσιμο σύμμαχο, θα συμβάλλει στην αύξηση της οικονομικής τους ισχύς.


Στα μετέπειτα χρόνια οι ιδέες αυτές του Hamilton θα τύχουν μεγάλης απήχησης και θα οδηγήσουν στη συγκρότηση ένθερμων υποστηρικτών ενός δημιουργίας ισχυρού ναυτικού, ωστόσο θα συναντήσουν την αντίδραση των λεγόμενων antinavalist οι οποίοι απέδιδαν στο ναυτικό μόνο το ρόλο της παράκτιας άμυνας. Η δεύτερη αυτή τάση δεν μπορεί να θεωρηθεί εντελώς παράλογη καθώς το νεοσύστατο έθνος αντιμετώπιζε τον κίνδυνο εισβολής από της ευρωπαϊκές δυνάμεις.

Ουσιαστικά επρόκειτο για δύο διαφορετικές προσεγγίσεις αναφορικά με τον τρόπο ισχυροποίησης του νέου έθνους. Η πρώτη (navalists) έβλεπε ως οδό ισχυροποίησης την εξωτερικευμένη και ενεργή δράση των ΗΠΑ στο Διεθνές Σύστημα, ενώ η δεύτερη εστίαζε στην εξασφάλιση της επιβίωσης μέσω της άμυνας.

Μετά τον πόλεμο του 1812 με τη Μεγάλη Βρετανία, οι ΗΠΑ πείθονται ότι η δημιουργία ενός ισχυρού ναυτικού είναι αναγκαία και μέσω της Act for the Gradual Increase of the Navy of the USA, χρηματοδοτούν τη δημιουργία ναυτικού.

Στη συνέχεια του 19ου αιώνα οι ΗΠΑ θα αναγκαστούν να στραφούν στο εσωτερικό τους για μια σειρά λόγων όπως ο εμφύλιος πόλεμος και η μακρά πολιτική αστάθεια, η ηπειρωτική επέκταση προς τη Δύση. Αυτό θα έχει ως συνέπεια στην παραμέληση της ναυτικής ισχύος.

Όταν τα ζητήματα στο εσωτερικό επιλυθούν, οι ΗΠΑ θα αναγκστούν να εξωτερικέυσουν τη δράση τους. Είναι η στιγμή, 120 χρόνια μετά το Hamilton, όπου ο ΑΤ Mahan θα αναλάβει το ρόλο να πείσει τους αμερικανούς για την αναγκαιότητα απόκτησης Ναυτικής Ισχύος, στηριζόμενος στα ίδια περίπου αξιώματα.